ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

(ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ  ΚΑΤΑ  ΜΑΘΗΜΑ  ΚΑΙ  ΟΧΙ  ΚΑΤΑ  ΤΑΞΗ)

Κατά το πρώτο έτος λειτουργίας του σχολείου μας ως πιλοτικό ολοήμερο  το πρόγραμμα λειτούργησε με δύο κύκλους εκπ/κών: πρωινών (παράδοση μαθημάτων) και απογευματινών (φαγητό-χαλάρωση, προετοιμασία μαθημάτων ) και πρόγραμμα ζωνών και μαθημάτων όπως πρότεινε η 1η Ε.Ε. Ο τρόπος αυτός δημιούργησε θέσεις ευνοουμένων και μη εκπ/κών, πολλές εντάσεις ,κενά και παρανοήσεις και μεγάλο άγχος στα παιδιά, καθώς  έπρεπε να συνεργαστούν  με άλλον εκπ/κό  από αυτόν που είχε κάνει τη διδασκαλία  νωρίτερα.

Πρέπει εδώ να  σημειώσουμε ότι η εναλλαγή εκπ/κών στην διδασκαλία –προετοιμασία του ίδιου μαθήματος, όσο καλή συνεργασία κι αν αυτοί έχουν, δεν εξασφαλίζει την ομαλή σύνδεση που απαιτείται να έχουν η παρουσίαση μιας νέας ενότητας με την εμπέδωσή της. Όπως είναι φυσικό, κάθε δάσκαλος/α χρησιμοποιεί δικούς του κώδικες επικοινωνίας, δίνει έμφαση σε διαφορετικά πράγματα και αξιολογεί διαφορετικά τις δυνατότητες, τις αδυναμίες, αλλά και τις ιδιαιτερότητες κάθε παιδιού και της τάξης συνολικά. Αναπόφευκτα τα παιδιά μπορεί να οδηγηθούν σε σύγχυση, να χρησιμοποιήσουν την αλλαγή δασκάλου ως άλλοθι για τις αδυναμίες τους και έτσι να ξοδευτεί  επιπλέον χρόνος στην επεξεργασία παρά στην περαιτέρω εμβάθυνση κι επέκταση της ενότητας

Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη τις παραπάνω αδυναμίες, από το δεύτερο κιόλας χρόνο, με απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων και με τη σύμφωνη γνώμη του Σχ. Συμβούλου  εφαρμόστηκε η λεγόμενη «εταιρική διδασκαλία» σε όλα τα τμήματα. Οι εκπ/κοί αναλαμβάνουν τα διδακτικά τους καθήκοντα κατά μαθήματα και όχι κατά τάξη. Έτσι άλλοι διδάσκουν μόνο μαθηματικά, άλλοι μόνο Γλώσσα, άλλοι μόνο Ιστορία και Γεωγραφία, κ.ο.κ. Οι εκπ/κοί δε χωρίζονται επομένως σε πρωινούς και απογευματινούς, αλλά έχουν κυλιόμενο ωράριο, εκτός όσων επιθυμούν να είναι μόνο απόγευμα  και επιλέγουν ανάλογα μαθήματα. Στο ωρολόγιο πρόγραμμα δεν υπάρχει ο όρος προετοιμασία, αλλά οι επιπλέον διδακτικές ώρες των μαθημάτων (αυτά παραμένουν τα ίδια όπως του 1ου έτους) που χρειάζεται ο μαθητής για να εμπεδώσει την ύλη, τις οποίες χρεώνεται ο ίδιος εκπ/κός, που έχει και την παράδοση του μαθήματος. Έτσι η ώρα της προετοιμασίας δεν αποτελεί ξεχωριστή ενότητα από το δίωρο της διδασκαλίας αλλά προσεγγίζεται ενιαία για να εξυπηρετήσει τους στόχους του μαθήματος, αφού άλλοτε χρειάζεται περισσότερος χρόνος για την παρουσίαση κι άλλοτε για την προετοιμασία και την εμπέδωση. Και το σημαντικότερο: η προετοιμασία γίνεται από τον δάσκαλο της παράδοσης που γνωρίζει καλύτερα πώς να αξιοποιήσει το χρόνο, αφού κρίνει σύμφωνα με τις δυνατότητες και φυσικά τις αδυναμίες που παρουσιάστηκαν την ώρα της διδασκαλίας.

Επιπλέον, σε μαθήματα όπως η Ιστορία, η Γεωγραφία, η Φυσική, η Σπ. Περιβάλλοντος, οι διδακτικές ώρες εντάσσονται στο ωρολόγιο πρόγραμμα σε συνεχόμενα δίωρα, αφού στο μεμονωμένο 45λεπτο είναι αδύνατο να ολοκληρωθεί και να εμπεδωθεί μια θεματική ενότητα. Είναι απαραίτητο να επισημάνουμε εδώ, ότι οι 2 διδακτικές ώρες που διατίθενται για το μάθημα της πολυσέλιδης και πυκνογραμμένης Ιστορίας της  Στ΄ τάξης είναι αγχοτικά  λίγες και αποκλείουν χρονικά περιθώρια για επεξεργασία  των παραθεμάτων (γαλάζιες σελίδες) και ανάθεση εργασιών στα παιδιά. Μια, τουλάχιστον, επιπλέον ώρα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί όχι μόνο για εμπέδωση –πράγμα απαραίτητο για τη συγκεκριμένη ύλη- αλλά και για  εμβάθυνση και επέκταση με ερευνητικές εργασίες από διάφορες πηγές.

Για να ξαναγυρίσουμε στην εταιρική διδασκαλία, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η επιλογή συγκεκριμένων μαθημάτων από τους εκπ/κούς, μολονότι αρχικά ξενίζει το δάσκαλο που δεν έχει  προηγούμενη ανάλογη εμπειρία, αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποδοτική. Κι αυτό γιατί η ιδιαίτερη προτίμηση και η προσωπική έφεση κάθε εκπ/κού σε συγκεκριμένα μαθήματα  ενισχύει την αυτοπεποίθηση και τη δημιουργικότητά  του και δημιουργεί κίνητρα για ανάπτυξη μεθόδων, για εμβάθυνση και εμπλουτισμό των διδακτικών ενοτήτων.

Πιο συγκεκριμένα, ο εκπ/κός που επιλέγει  «αυτό που μπορεί να κάνει καλύτερα κι επιθυμεί περισσότερο»,  έχει το χρόνο – αφού δεν απαιτείται να προετοιμαστεί για πολλά  και διαφορετικά μαθήματα –  αλλά και τη διάθεση που απορρέει από την επιλογή του να οργανώσει πιο εποικοδομητικά  τη διδασκαλία του. Να επεξεργαστεί καλύτερα και να εμπλουτίσει τη διδακτέα ύλη, να  επινοήσει τρόπους να  κάνει την παρουσίαση πιο ελκυστική, να  χρησιμοποιήσει  ποικίλο εποπτικό υλικό, να  οργανώσει projects, να  κατευθύνει τα παιδιά σε άλλες πηγές μάθησης  ή να τα φέρει σε επαφή με εξωσχολικό εκπ/κό υλικό. Για  παράδειγμα, στο μάθημα της Ιστορίας ,που έχω αναλάβει  εγώ σε όλες τις τάξεις, τα παιδιά έχουν  την  ευκαιρία  να  κατασκευάσουν και  να  ενημερώνουν  ιστοριογραμμές, να  συνθέσουν  ταμπλώ με χαρακτηριστικά στοιχεία  ανά  ιστορική περίοδο, να προετοιμάσουν τα  ίδια  ένα  μάθημα  με  ερευνητική δουλειά  στη βιβλιοθήκη, να δραματοποιήσουν  ιστορικούς  διαλόγους, να συμπληρώσουν  ιστορικούς χάρτες στον ανακλαστικό προβολέα, να  διευρύνουν  τις γνώσεις  τους  με  την παρουσίαση  εκπ/κών  φακέλων  και  μουσειοσκευών  και φυσικά να συμμετάσχουν σε  εκπ/κά  προγράμματα  των  μουσείων.

Η ενασχόληση των συναδέλφων όμως με ένα συγκεκριμένο μάθημα σε περισσότερες τάξεις  ή τμήματα  οδήγησε και σε  ένα ακόμη θετικότερο αποτέλεσμα.. Στάθηκε   η αφορμή να δοθεί σε κάθε μάθημα  η πραγματική  του αξία  και σημασία στην  εκπαίδευση καθώς  έπαψε, σε μεγάλο βαθμό, ο διαχωρισμός των μαθημάτων σε κύρια και δευτερεύοντα, σε σημαντικά και λιγότερο χρήσιμα. Κάθε διδακτική ώρα ανήκει αποκλειστικά  σε ένα συγκεκριμένο μάθημα και αφιερώνεται ολοκληρωτικά στο ίδιο, αφού δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί  πια  για την ολοκλήρωση άλλων μαθημάτων π.χ. Γλώσσα  ή Μαθηματικά, όπως πολύ συχνά συμβαίνει. Ο εκπ/κός  έχει έτσι τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί  αμιγώς το διδακτικό 45λεπτο, μπορεί να  προγραμματίζει καλύτερα το χρόνο διδασκαλίας – εμπέδωσης  και να έχει το περιθώριο για διαθεματική  προσέγγιση και συχνές επαναλήψεις.

Συνακόλουθα τα παιδιά, ανάλογα με τη σημασία  που εκ των πραγμάτων αποκτά κάθε μάθημα, μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν τα ξεχωριστά  αντικείμενα διδασκαλίας  σαν διαφορετικής και μοναδικής αξίας. Έρχονται σε επαφή με διαφορετικούς  τρόπους  παρουσίασης και επικοινωνίας με διαφορετικό δάσκαλο, κερδίζουν  από την ποικιλία εκφραστικών μέσων και εμπλουτίζουν τα δικά τους. Έχουν έτσι μια επιπλέον ευκαιρία να αγαπήσουν  ένα μάθημα  που πριν  δε συμπαθούσαν  ή τουλάχιστον  να του δώσουν  την ανάλογη προσοχή.

Ο εκπ/κός, από την άλλη, έχει τη δυνατότητα να αξιολογήσει κάθε μαθητή ξεχωριστά και την τάξη συνολικά  κατά μάθημα, χωρίς να πέφτει στην παγίδα να συγκρίνει με την εικόνα της επίδοσής  του σε άλλα μαθήματα, ανεπηρέαστος από συγκεκριμένες  αδυναμίες. Για παράδειγμα, ένα παιδί αδύναμο στη Γλώσσα, που μπορεί να αποδίδει καλύτερα στα Μαθηματικά, απαλλαγμένο από συστολή  ή άρνηση στη συνεργασία  του με διαφορετικό διδάσκοντα, αποκτά  αυτοπεποίθηση που μπορεί να μεταδοθεί και να επηρεάσει την απόδοσή του και σε άλλα μαθήματα .

Είναι αναγκαίο ωστόσο να  διευκρινίσουμε εδώ, ότι αυτή η παρουσίαση των θετικών στοιχείων της εταιρικής διδασκαλίας  δεν εννοεί σε καμιά  περίπτωση την προώθηση της εξειδίκευσης  εκπ/κών  κατά μάθημα . Το αντίθετο μάλιστα: μόνο ένας δάσκαλος διαθέτει την παιδαγωγική κατάρτιση που του επιτρέπει να αξιολογεί το επίπεδο της ψυχολογικής και νοητικής  ωρίμανσης του παιδιού στο Δημοτικό σχολείο. Έχει ακόμη συνολική θεώρηση των γνώσεων οι οποίες έχουν προσφερθεί σε κάθε τάξη και την εμπειρία να δώσει έμφαση και να επεκτείνει χωρίς να εξειδικεύει και να διαχωρίζει. Τέλος, μόνο ένας δάσκαλος μπορεί να χρησιμοποιεί  προσλαμβάνουσες  από ποικίλα διδακτικά  αντικείμενα  και να προσεγγίζει  διαθεματικά, να ανακυκλώνει γνώσεις  περασμένων τάξεων, να αντιπαραβάλλει και να μεταδώσει στο μαθητή την αίσθηση της ολότητας και αλληλοσύνδεσης  που χαρακτηρίζουν τα  μαθήματα στην πρωτοβάθμια εκπ/ση. Γι αυτό και θεωρούμε σκόπιμο να  επιλέγουμε  διαφορετικό μάθημα  διδασκαλίας κάθε 3ο  ή 4ο σχολικό  έτος, ώστε να  έχουν όλοι  την  ευκαιρία  να  επωφεληθούν από αυτήν την  καινοτομική  διανομή: εκπ/κοί  και  μαθητές.

 

Εγγλέζου Μαρία

(Η δασκάλα που διδάσκει τα μαθήματα της Γεωγραφίας και της Ιστορίας)