Σελίδες
10η
11η

ΣΕΛΙΔΑ  6

Ένα ποτήρι κρασί διηγείται την ιστορία του

Σάββατο βράδυ. Οι γονείς μου λείπουν. Στο μικρό τραπεζάκι του σαλονιού μου ένα ξεχασμένο ποτήρι κρασί. Για ένα περίεργο λόγο το κοιτάω αφηρημένος. Τότε κάτι το φανταστικό, κάτι ακατόρθωτο, κάτι που είναι αδύνατο να συμβεί και όμως συμβαίνει. Το ποτήρι απέκτησε ανθρώπινη ομιλία και με φωνάζει. Στην αρχή φοβήθηκα, αλλά όταν άκουσα το λόγο για τον οποίο μου μίλησε κάπως συνήλθα. Ήθελε να μου διηγηθεί την ιστορία του την οποία και σας μεταφέρω.
¨Όλα λέει άρχισαν από ένα αμπέλι Εκεί βρισκόταν με τη μορφή σταφυλιού. Κάποια μέ

ρα  κάποιοι το έκοψαν και μαζί με άλλα το βάλανε στον ήλιο για να φύγει το νερό που είχε. Στη συνέχεια το μετέφεραν σε κάτι μηχανήματα το βάλανε μέσα, και καθώς το μηχάνημα γύριζε το έλιωσε. Ύστερα πήραν το ζουμί του και το βάλανε σε κάτι τεράστια ξύλινα βαρέλια φτιαγμένα από οξιά με μια μικρή τρύπα, για σαράντα ως πενήντα μέρες, μέχρι να ωριμάσει. Πέρασαν οι μέρες και άρχισαν να το χύνουν αργά σε κάτι μπουκάλια για να απομακρύνουν τις βρωμιές που έχει. Στο τέλος το καθαρό πλέον κρασί το τοποθετήσανε σε γυάλινα

μπουκάλια για να είναι έτοιμο να σερβιριστεί σε μας.
Και ενώ τελείωνε την ιστορία του η φωνή του γινόταν όλο και πιο σιγανή ώσπου ξαφνικά σώπασε.
                   
Τουμπάκης Θωμάς
                   Μαθητής Ε΄ Τάξης

Ένα ποίημα μια εικόνα

Ο θαλασσοπόρος

Έχω ένα καράβι τόσο με πανιά
Θάλασσες αφήνει, θάλασσες περνά

Άφωνος στον κίνδυνο και θαλασσομάχος,
Ταξιδεύω σχίζοντας πέλαγα μονάχος

Στου περιβολιού μας τη δεξαμενή
Τα νερά τους σμίγουν πέντε ωκεανοί!

Γύρω περιμένουν στις ακτές οι κάβοι
Δίπλα τους ν'  αράξει τ' άσπρο μου καράβι

Στην Ινδία, στο Βόλγα, στο Μισσισσιππή
Τρέχει το καράβι μου, πάει σαν αστραπή.

Το φεγγάρι μέσα απ'  το πυκνό πλατάνι
Στα ταξίδια του όλα συντροφιά μου κάνει.

Προς τα πολυτρίχια, λίγο παρακεί,
Το τιμόνι αν στρίψω, να κι η Αφρική

Πίσω απ'  του κισσού μας τη χλωρή κουρτίνα,
Έγια μόλα, βάζω πλώρη για την Κίνα

Ιάκωβος Κούτρης
Μαθητής Δ΄ Τάξης

Το Σουέζ, την Πόλη και τον Παναμά,
Ως να με φωνάξει για φαΐ η μαμά

Καθισμένος πλάι σε μια γλάστρα δυόσμο
Δέκα χρόνων πλοίαρχος, γνώρισα τον κόσμο

                               
ΡΙΤΑ ΜΠΟΥΜΗ--ΠΑΠΑ

Σελίδες
10η
11η