Σελίδες
1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
11
12
13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
29
30
31
32
33
34
35

Σήμερον μαύρος ουρανός σήμερα μαύρη μέρα
Σήμερον όλοι θλίβοντια και τα βουνά λυπούνται
Σήμερον έβαλαν βουλή οι άνομοι οι Εβραίοι
Οι άνομοι και τα σκυλιά οι τρισκαταραμένοι
Ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι
Να λάβει δείπνον μυστικόν να τον θυμούνται όλοι
Κι η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της
Τας προσευχάς της έκανε για τον μονογενή της.
Φωνή εξήλθε εξ ουρανού απ' Αρχαγγέλου στόμα
Σώνουν κυρά μ' οι προσευχές, σώνουν και οι μετάνοιες
Και τον υιόν σου πιάσανε κι εις του Χαλκιά τον πάνε
Σαν κλέφτη τον επιάσανε και σαν φονιά τον πάνε
Κι εις του Πιλάτου τας αυλάς εκεί τον τυραννάνε
Χαλκιά, Χαλκιά, φτιάσε καρφιά, φτιάσε τρία περόνια
Κι εκείνος ο παράνομος βαρεί και φτιάνει πέντε
Συ Φαραέ που τά 'φτιασες πρέπει να μας διδάξεις
Βάλτε τα δυο στα χέρια του και τ' άλλα δυο στα πόδια
Το πέμπτο το φαρμακερό βάλτε το στην καρδιά του
Η Παναγιά σαν τ' άκουσε έπεσε κι ελιγώθη
Σταμνί νερό της ρίξανε, τρία κανάτια μόσχο,
Και τρία σταμνιά ροδόσταγμο για να 'ρθει ο λογισμός της
Και σαν της ήρθε ο λογισμός και σαν της ήρθε ο νους της
Ζητεί μαχαίρι να σφαγεί φωτιά να πάει να πέσει
Ζητεί κρημνόν να κρημνισθεί για το μονογενή της
Λάβε κυρά μ΄ υπομονή λάβε κυρά μ' ανέση
Και πώς να λάβω υπομονή κι εκείνον σταυρωμένον

Κι η Μάρθα κι η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η μάνα
Και του Ιακώβου η αδερφή οι τέσσερις αντάμα
Έπιασαν το στρατί, στρατί, στρατί το μονοπάτι
Άνοιξε πόρτα του ληστού και πόρτα του Πιλάτου
Κι η πόρτα από το φόβο της ανοίγει μοναχή της
Τηρά δεξιά, τηρά ζερβά, κανένα δεν γνωρίζει
Τηρά και δεξιότερα βλέπει τον Αι-Γιάννη
Άγιε μου Γιάννη Πρόδρομε και βαπτιστή του Υιού μου
Μην είδες τον Υιόκα μου και τον διδάσκαλό σου
Δεν έχω γλώσσα να σου πω γλώσσα να σου μιλήσω
Δεν έχω χέρι πάλαμο για να σου τον δείξω
Βλέπεις εκείνον τον γυμνό, τον παραπονεμένο
Όπου φορεί πουκάμισον στο αίμα βουτηγμένο
Όπου φορεί στην κεφαλήν ακάνθινον στεφάνι
Εκείνος είναι ο Υιόκας σου κ' εμέ διδάσκαλός μου
Κι η Παναγία επλησίασε γλυκά τον ερωτούσε
Δεν μου μιλείς παιδάκι μου δεν μου μιλείς παιδί μου
Τι να σου πω μανούλα μου που διάφορο δεν έχεις
Μόνον το Μέγα Σάββατο κοντά στο μεσημέρι
Που θα λαλήσει ο πετεινός  σημαίνουν οι καμπάνες
Σημαίνει ο Θεός σημαίνει η γη σημαίνουν τα ουράνια
Σημαίνει κι η Αγιά Σοφιά με τρεις χρυσές καμπάνες
Όποιος τ' ακούει σώζεται κι όποιος το λέει αγιάζει
Κι όποιος το καλοφουγκραστεί παράδεισο θα λάβει
Παράδεισον και λίβανον από τον Άγιον Τάφο
                                              Και εις έτη πολλά

φωτιά αυτή. Εκεί θα κάψουμε τον Ιούδα και θα πετάξουμε το Μάρτη το βραχιολάκι που κάνουνε τα παιδιά από κλωστές. Κρατώντας στα χέρια μας τις λαμπάδες παίρνουμε το Άγιο Φως από τον παπά, το οποίο  έρχεται από τα Ιεροσόλυμα και όπως λένε ανάβει με θαύμα. Ό

ταν ακουστεί το Χριστός Ανέστη τα βεγγαλικά θα γεμίσουν τον ουρανό και όλοι θα είμαστε χαρούμενοι.
Όσο για μένα το Πάσχα είναι η αγαπημένη μου γιορτή και περιμένω με λαχτάρα να ζήσω όλα αυτά που σας είπα.

Έλενα Πακίδη
Μαθήτρια Ε΄ Τάξης

Σελίδες
1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
11
12
13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
29
30
31
32
33
34
35